
Μια φορά και έναν καιρό, σε μια όχι και τόσο μακρινή πολιτεία που την έλεγαν Τέχνη, γεννήθηκε ο καμβάς. Στην χωρά ζούσαν επίσης η πέτρα, ο πηλός, ο σίδηρος, ο χρυσός, το μπλε, το κόκκινο, οι λέξεις, το ρε, το λα και άλλοι πολλοί...
Στο κέντρο της πρωτεύουσας υπήρχε μια πλατεία και στο κέντρο της πλατείας υπήρχε ένα υπερυψωμένο σημείο που το έλεγαν "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ". Κάθε τόσο "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ" ανέβαινε κάποιος κάτοικος για να "ΠΕΙ ΚΑΤΙ" και όλοι καθόντουσαν και τον άκουγαν.
Τις πιο πολλές φορές "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ" είχε ανεβεί ο σίδηρος, ο πηλός, ο χρυσός και το μάρμαρο. Ήταν άλλωστε οι πρώτοι κάτοικοι της Τέχνης.
Μετά από πολλά χρόνια ο καμβάς θέλησε να ανέβει και αυτός "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ". Πήγε και έκανε αίτηση αλλά οι επιτροπή του απάντησε ότι αυτό δεν γίνεται, γιατί ο καμβάς είναι η σταθερή σιωπηλή βάση που θα απλωθεί το χρώμα ώστε να "ΠΕΙ ΚΑΤΙ" και ότι αν μιλάει και το χρώμα και ο καμβάς δεν θα ακούγεται κανένας από τους δύο.
"Μα βάλτε μας να πούμε το ίδιο πράγμα", κλαψούρισε ο καμβάς...
"Κύριε καμβά η αίτηση σας απορρίπτεται. Πηγαίνετε!" Έτσι ήταν τα χρόνια τότε.
Ο καμβάς απογοητευμένος γύρισε πίσω στην βαρετή ορθογώνια καθημερινότητα του.
Πέρασαν μέρες, πέρασαν μήνες, πέρασαν χρόνια, πολλά χρόνια... Ήρθαν καινούργιοι κάτοικοι στην Τέχνη και ο καθένας από αυτούς ανέβαινε κάποια στιγμή "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ". Μερικοί μάλιστα ανέβηκαν "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ" την πρώτη μέρα που ήρθαν στην χώρα.
Κάποια μέρα ανέβηκε μια κονσέρβα. Άκουσον άκουσον, μια κονσέρβα και όντως….είπε κάτι!
"Ω! Αυτό είναι σκάνδαλο", σκέφτηκε ο καμβάς.
"Και εγώ μένω τόσα χρονιά στην Τέχνη και ποτέ δεν έχω ανεβεί "ΣΤΗΝ ΕΞΕΔΡΑ"."
Μετά από λίγο καιρό πήγε και ξαναέκανε αίτηση. Άλλωστε τώρα αλλάξαν τα πράγματα, αλλά δυστυχώς η αίτηση του απορρίφθηκε πάλι. Η θλίψη του ήταν μεγάλη.
Με τον καμβά γνωριστήκαμε το 2007 σε ένα υπόγειο, μου είπε τα παράπονα του, την γνώμη του, τις ελπίδες του. Τον άκουσα με προσοχή και είπα:
Θα δω τι μπορώ να κάνω...
